μαλιοβράσι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μαλιοβράσι < μάλε βράσε < βάλε βράσε (κατά άλλη εκδοχή από αλβανική έκφραση σχετική με το θάνατο)
Ουσιαστικό επεξεργασία
μαλιοβράσι ουδέτερο άκλιτο
- (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του μάλε βράσε
Μεταφράσεις επεξεργασία
μαλιοβράσι
|