Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

μάγια του Γιουκατάν < μάγια + Γιουκατάν, όπου μιλιέται αυτή η γλώσσα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μάγια του Γιουκατάν ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό, άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία