λαϊκά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- λαϊκά < λαϊκός
Επίρρημα επεξεργασία
λαϊκά
- με λαϊκό τρόπο
- αυτός μιλάει πολύ λαϊκά
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
λαϊκά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του λαϊκός