κουβεντιασμένων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
κουβεντιασμένων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του κουβεντιασμένος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του κουβεντιασμένος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του κουβεντιασμένος