κοστολογήσουν
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
κοστολογήσουν
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος κοστολογώ
- θα κοστολογήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος κοστολογώ