Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κομβιοδόχη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
κομβιοδόχος
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
κομβιοδόχ
η
οι
κομβιοδόχ
ες
γενική
της
κομβιοδόχ
ης
των
κομβιοδοχ
ών
αιτιατική
την
κομβιοδόχ
η
τις
κομβιοδόχ
ες
κλητική
κομβιοδόχ
η
κομβιοδόχ
ες
Κατηγορία
όπως «
νίκη
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κομβιοδόχη
<
κομβίον
+
-ο-
+
-δόχη
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κομβιοδόχη
θηλυκό
(
αρχαιοπρεπές
) η
κουμπότρυπα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κομβιοδόχη
→
δείτε
τη λέξη
κουμπότρυπα