Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κοκομπλόκο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
Ετυμολογία
επεξεργασία
κοκομπλόκο
<
αγγλική
cock-block
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κοκομπλόκο
ουδέτερο
άκλιτο
κατάσταση απόλυτης σύγχυσης
Έχω μπερδευτεί τελείως. Έπαθα
κοκομπλόκο
!
Συνώνυμα
επεξεργασία
μπέρδεμα
,
σύγχυση
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κοκομπλόκο
αγγλικά
:
cockblock
(en)