Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κλωνοποιώ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κλωνοποιώ
< ουσιαστικό
κλώνος
+ επίθημα
-ποιώ
<
αγγλική
to
clone
<
μεσαιωνική ελληνική
κλῶνος
Ρήμα
επεξεργασία
κλωνοποιώ
δημιουργώ
κλώνο
, μέσω
κλωνοποίησης
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κλωνοποιώ
αγγλικά
:
clone
(en)
γαλλικά
:
cloner
(fr)