κατωσέντονο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ka.toˈsen.do.no/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κα‐τω‐σέ‐ντο‐νο
Ουσιαστικό επεξεργασία
κατωσέντονο ουδέτερο
Αντώνυμα επεξεργασία
Ταυτόσημο επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
κατωσέντονο