κακάρωμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- κακάρωμα < κακαρώνω
Ουσιαστικό επεξεργασία
κακάρωμα ουδέτερο
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
κακάρωμα
→ δείτε τη λέξη θάνατος |
κακάρωμα ουδέτερο
→ δείτε τη λέξη θάνατος |