κίτρινος τύπος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | κίτρινος τύπος | ||
γενική | του | κίτρινου τύπου | ||
αιτιατική | τον | κίτρινο τύπο | ||
κλητική | κίτρινε τύπε | |||
Ο πληθυντικός «κίτρινοι τύποι» δεν συνηθίζεται. | ||||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- κίτρινος τύπος < κίτρινος & τύπος, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική yellow press
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
κίτρινος τύπος αρσενικό στον ενικό
- εφημερίδα ή άλλο έντυπο που δημοσιεύει σκανδαλοθηρικά δημοσιεύματα, θεωρίες συνωμοσίας και ψέματα, προκειμένου ν' αυξήσει την κυκλοφορία της (του)
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
κίτρινος τύπος