ισοπεδώνομαι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.so.peˈðo.no.me/
Ρήμα επεξεργασία
ισοπεδώνομαι, π.αόρ.: ισοπεδώθηκα, μτχ.π.π.: ισοπεδωμένος, (ενεργ.: ισοπεδώνω)
- παθητική φωνή του ρήματος ισοπεδώνω
ισοπεδώνομαι, π.αόρ.: ισοπεδώθηκα, μτχ.π.π.: ισοπεδωμένος, (ενεργ.: ισοπεδώνω)