ισοβάθμιος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ισοβάθμιος < ισο- + βαθμ(ός) + -ιος (μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική έκφραση du même grade)[1]
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.soˈva.θmi.os/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ι‐σο‐βάθ‐μι‐ος
- παλιότερος συλλαβισμός : ι‐σο‐βά‐θμι‐ος
Επίθετο επεξεργασία
ισοβάθμιος, -α, -ο
- άλλη μορφή του ισόβαθμος
Συνώνυμα επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ισοβάθμιος
|
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ ισοβάθμιος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας