Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

θερμοπαρακαλώ < θερμο- + παρακαλώ

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /θeɾ.mo.pa.ɾa.kaˈlo/

  Ρήμα επεξεργασία

θερμοπαρακαλώ/θερμοπαρακαλάω, πρτ.: θερμοπαρακαλούσα/θερμοπαρακάλαγα, αόρ.: θερμοπαρακάλεσα, χωρίς παθητική φωνή

Δείτε επίσης επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία