θεοδοσιανοί
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- θεοδοσιανοί < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου θεοδοσιανός στον πληθυντικό
Ουσιαστικό επεξεργασία
θεοδοσιανοί αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό
- (θρησκεία) οπαδοί του μονοφυσίτη πατριάρχη Θεοδοσίου Α΄ της Αλεξανδρείας
Πηγές επεξεργασία
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .