ηλεκτροκαρδιογράφημα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ηλεκτροκαρδιογράφημα, ηλεκτρο- + καρδιογράφημα < αγγλική electrocardiogram
Ουσιαστικό επεξεργασία
ηλεκτροκαρδιογράφημα ουδέτερο
- (ιατρική) η γραφική παράσταση που εκτυπώνει ο ηλεκτροκαρδιογράφος και απεικονίζει την ηλεκτρική δραστηριότητα της καρδιάς
Ταυτόσημο επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ηλεκτροκαρδιογράφημα