Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζυμάρι τα ζυμάρια
      γενική του ζυμαριού των ζυμαριών
    αιτιατική το ζυμάρι τα ζυμάρια
     κλητική ζυμάρι ζυμάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ζυμάρι < μεσαιωνική ελληνική < ζυμάριον, υποκοριστικό του ζύμη

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ziˈma.ɾi/
 
ζυμάρι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ζυμάρι ουδέτερο

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία