Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εργολαβικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Άλλες μορφές
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
εργολαβικ
ός
η
εργολαβικ
ή
το
εργολαβικ
ό
γενική
του
εργολαβικ
ού
της
εργολαβικ
ής
του
εργολαβικ
ού
αιτιατική
τον
εργολαβικ
ό
την
εργολαβικ
ή
το
εργολαβικ
ό
κλητική
εργολαβικ
έ
εργολαβικ
ή
εργολαβικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
εργολαβικ
οί
οι
εργολαβικ
ές
τα
εργολαβικ
ά
γενική
των
εργολαβικ
ών
των
εργολαβικ
ών
των
εργολαβικ
ών
αιτιατική
τους
εργολαβικ
ούς
τις
εργολαβικ
ές
τα
εργολαβικ
ά
κλητική
εργολαβικ
οί
εργολαβικ
ές
εργολαβικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
εργολαβικός
<
εργολάβος
+
-ικός
Επίθετο
επεξεργασία
εργολαβικός, -ή, -ό
αυτός που έχει σχέση με τον
εργολάβο
ή με την
εργολαβία
εργολαβικές
εργασίες
Άλλες μορφές
επεξεργασία
εργοληπτικός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εργολαβικός