εργατοκρατία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
εργατοκρατία θηλυκό
- (πολιτική) πολιτική θεωρία και πρακτική που πρεσβεύει ότι μόνο οι εργάτες πρέπει να αναλάβουν την ηγεσία του σοσιαλιστικού κινήματος
Δείτε επίσης επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
εργατοκρατία
|