Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
επιθηλιακός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
επιθηλιακ
ός
η
επιθηλιακ
ή
το
επιθηλιακ
ό
γενική
του
επιθηλιακ
ού
της
επιθηλιακ
ής
του
επιθηλιακ
ού
αιτιατική
τον
επιθηλιακ
ό
την
επιθηλιακ
ή
το
επιθηλιακ
ό
κλητική
επιθηλιακ
έ
επιθηλιακ
ή
επιθηλιακ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
επιθηλιακ
οί
οι
επιθηλιακ
ές
τα
επιθηλιακ
ά
γενική
των
επιθηλιακ
ών
των
επιθηλιακ
ών
των
επιθηλιακ
ών
αιτιατική
τους
επιθηλιακ
ούς
τις
επιθηλιακ
ές
τα
επιθηλιακ
ά
κλητική
επιθηλιακ
οί
επιθηλιακ
ές
επιθηλιακ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
επιθηλιακός
<
επιθήλιο
+
-ακός
Επίθετο
επεξεργασία
επιθηλιακός
(
ανατομία
) που έχει
σχέση
με το
επιθήλιο
ή αναφέρεται σ’ αυτό
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
επιθήλιο
,
θηλή
και
θήλυς
Μεταφράσεις
επεξεργασία
επιθηλιακός