εορτάζω
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- εορτάζω < αρχαία ελληνική ἑορτάζω
Ρήμα επεξεργασία
εορτάζω
Συγγενικά επεξεργασία
Σύνθετα επεξεργασία
- εορτολόγιο
- μεθεόρτια
- μεθεόρτιο
- μεθεόρτιος
- προεόρτια
- προεόρτιο
- προεόρτιος
- συνεορτάζομαι
- συνεορτάζω
- συνεορτασμός
Μεταφράσεις επεξεργασία
εορτάζω
→ δείτε τη λέξη γιορτάζω |