Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η εθνοψυχολογία οι εθνοψυχολογίες
      γενική της εθνοψυχολογίας των εθνοψυχολογιών
    αιτιατική την εθνοψυχολογία τις εθνοψυχολογίες
     κλητική εθνοψυχολογία εθνοψυχολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

εθνοψυχολογία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική ethnopsychology < αρχαία ελληνική ἔθνος + ψυχή + λέγω

  Ουσιαστικό επεξεργασία

εθνοψυχολογία θηλυκό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία