Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δωδεκαδακτυλίτιδα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
δωδεκαδακτυλίτιδ
α
οι
δωδεκαδακτυλίτιδ
ες
γενική
της
δωδεκαδακτυλίτιδ
ας
των
δωδεκαδακτυλίτιδ
ων
αιτιατική
τη
δωδεκαδακτυλίτιδ
α
τις
δωδεκαδακτυλίτιδ
ες
κλητική
δωδεκαδακτυλίτιδ
α
δωδεκαδακτυλίτιδ
ες
Κατηγορία
όπως «
αρθρίτιδα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
δωδεκαδακτυλίτιδα
<
δωδεκαδάκτυλος
+
-ίτιδα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
δωδεκαδακτυλίτιδα
θηλυκό
(
ιατρική
)
φλεγμονή
του
δωδεκαδακτύλου
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δωδεκαδακτυλίτιδα
αγγλικά
:
duodenitis
(en)
γαλλικά
:
duodénite
(fr)
ισπανικά
:
duodenitis
(es)
ιταλικά
:
duodenite
(it)