Δείτε επίσης: δρόμος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δρόνος οι δρόνοι
      γενική του δρόνου των δρόνων
    αιτιατική τον δρόνο τους δρόνους
     κλητική δρόνε δρόνοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

δρόνος < αγγλική drone

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δρόνος αρσενικό

  Μεταφράσεις επεξεργασία