Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

δουκέσσα < (άμεσο δάνειο) ιταλική duchessa. Μορφολογικά αναλύεται σε δούκ(ας) + -έσσα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

δουκέσσα θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία