διδυμία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | διδυμία | οι | διδυμίες |
γενική | της | διδυμίας | των | διδυμιών |
αιτιατική | τη | διδυμία | τις | διδυμίες |
κλητική | διδυμία | διδυμίες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
διδυμία θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
διδυμία
|