διαστρωματικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- διαστρωματικός < διαστρωμάτωση + -τικός
Επίθετο επεξεργασία
διαστρωματικός
- που έχει σχέση με διαστρωματώσεις ή αναφέρεται σ’ αυτές
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τις λέξεις διαστρωμάτωση και στρώνω
Μεταφράσεις επεξεργασία
διαστρωματικός
|