δεκατριάχρονος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
δεκατριάχρονος, -η, -ο
Συγγενικά επεξεργασία
δεκάχρονος εντεκάχρονος / ενδεκάχρονος δωδεκάχρονος δεκατριάχρονος δεκατετράχρονος δεκαπεντάχρονος δεκαεξάχρονος δεκαεπτάχρονος δεκαοκτάχρονος δεκαεννιάχρονος εικοσάχρονος
Μεταφράσεις επεξεργασία
δεκατριάχρονος
|