Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γωνιώδης αγκύλη < → δείτε τις λέξεις γωνιώδης και αγκύλη, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική angle bracket

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

γωνιώδης αγκύλη θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία