Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το γουφάρι τα γουφάρια
      γενική του γουφαριού των γουφαριών
    αιτιατική το γουφάρι τα γουφάρια
     κλητική γουφάρι γουφάρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

γουφάρι < → δείτε τη λέξη γοφάρι με [o] > [u] και [mf] > [f] • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɣuˈfa.ɾi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γου‐φά‐ρι

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γουφάρι ουδέτερο

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία