Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

γιάνκα < αγγλική yanka εκ του jeronimo yanka

  Ουσιαστικό επεξεργασία

γιάνκα ουδέτερο άκλιτο
  • ευρωπαϊκός εύθυμος χορός των αρχών της δεκαετίας του 1960, που έχει καταστεί κλασικός