γαϊδουρόφωνος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γαϊδουρόφωνος, -η, -ο
- που έχει γαϊδουροφωνάρα
Συγγενικά επεξεργασία
- γαϊδουροφωνάρα
- → δείτε τις λέξεις γαϊδούρι και φωνή
Μεταφράσεις επεξεργασία
γαϊδουρόφωνος
|