Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

βόλεϊ μπολ < αγγλική volley-ball

  Ουσιαστικό επεξεργασία

βόλεϊ μπολ ουδέτερο άκλιτο

→ δείτε τη λέξη βόλεϊ