βρεχόμενων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία
βρεχόμενων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του βρεχόμενος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του βρεχόμενος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του βρεχόμενος
βρεχόμενων