βιοφωτογραφία
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- βιοφωτογραφία (νεολογισμός) < βιο- + φωτογραφία, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική biophotography
Ουσιαστικό επεξεργασία
βιοφωτογραφία θηλυκό
- (βιολογία, φωτογραφία) η φωτογραφία που απεικονίζει διάφορες μικροβιολογικές, κυτταρικές ή άλλες δομές ή διεργασίες
Μεταφράσεις επεξεργασία
βιοφωτογραφία