βιεννέζικων
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
βιεννέζικων
- γενική πληθυντικού, αρσενικού γένους του βιεννέζικος
- γενική πληθυντικού, θηλυκού γένους του βιεννέζικος
- γενική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του βιεννέζικος
βιεννέζικων