αφροντισιά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αφροντισιά | οι | αφροντισιές |
γενική | της | αφροντισιάς | των | αφροντισιών |
αιτιατική | την | αφροντισιά | τις | αφροντισιές |
κλητική | αφροντισιά | αφροντισιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- αφροντισιά < μεσαιωνική ελληνική αφροντισία < φροντίζω
Ουσιαστικό επεξεργασία
αφροντισιά θηλυκό
Άλλες μορφές επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη φροντίζω
Μεταφράσεις επεξεργασία
αφροντισιά
|