αφιλονίκητα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αφιλονίκητα < αφιλονίκητος + -α < α- + φιλονικώ + -τος
Επίθετο επεξεργασία
αφιλονίκητα
Συνώνυμα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αφιλονίκητα
|
Δείτε επίσης : ἀφιλονείκητα, ἀφιλόνεικα |
αφιλονίκητα
|