αφήνω με το στόμα ανοιχτό

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

αφήνω με το στόμα ανοιχτό < αφήνω + με το στόμα ανοιχτό

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /aˈfi.no me‿to‿ˈsto.ma a.niˈxto/

  Έκφραση επεξεργασία

αφήνω με το στόμα ανοιχτό

  • εκπλήσσω, εντυπωσιάζω κάποιον
    ※  Καμιά φορά η επιστήμη σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό. Ισως επειδή κατορθώνει συνεχώς να υπερβαίνει τα όριά της ή να μην έχει όρια. Διάβαζα στις ξένες εφημερίδες ότι η αποκρυπτογράφηση του γονιδιώματος είναι για την ανθρωπότητα μια ανακάλυψη ανάλογης σπουδαιότητας με την εφεύρεση του τροχού.
    Γιάννης Πρετεντέρης, Παπούα κατά 99,99%, Το Βήμα, 24 Νοεμβρίου 2008

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία