αυτοδίδαχτος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αυτοδίδαχτος < αυτοδίδακτος
Επίθετο επεξεργασία
αυτοδίδαχτος
Μεταφράσεις επεξεργασία
αυτοδίδαχτος
→ δείτε τη λέξη αυτοδίδακτος |
αυτοδίδαχτος
→ δείτε τη λέξη αυτοδίδακτος |