αυξότροφος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
αυξότροφος, -η, -ο
- (βιολογία): μεταλλαγμένο στέλεχος μικροοργανισμού που απαιτεί παράγοντες ανάπτυξης περισσότερους από εκείνους που απαιτεί ο αρχικός (άγριος) τύπος του.
Μεταφράσεις επεξεργασία
αυξότροφος
|