ατμάμαξα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ατμάμαξα θηλυκό
- η ατμοκίνητη άμαξα, τα πρώτα αυτοκίνητα πριν την εφεύρεση της μηχανής εσωτερικής καύσης
Μεταφράσεις επεξεργασία
ατμάμαξα
ατμάμαξα θηλυκό