ασυνδύαστος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ασυνδύαστος < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
ασυνδύαστος, -η, -ο
- που δεν έχει συνδυασθεί ή δεν μπορεί να συνδυασθεί με άλλον
- τα ευγενή αέρια λέγονται έτσι, γιατί είναι ασυνδύαστα και συνήθως δεν σχηματίζουν χημικές ενώσεις
Μεταφράσεις επεξεργασία
ασυνδύαστος
|