Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ασκίαστος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Αντώνυμα
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
ασκίαστ
ος
η
ασκίαστ
η
το
ασκίαστ
ο
γενική
του
ασκίαστ
ου
της
ασκίαστ
ης
του
ασκίαστ
ου
αιτιατική
τον
ασκίαστ
ο
την
ασκίαστ
η
το
ασκίαστ
ο
κλητική
ασκίαστ
ε
ασκίαστ
η
ασκίαστ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
ασκίαστ
οι
οι
ασκίαστ
ες
τα
ασκίαστ
α
γενική
των
ασκίαστ
ων
των
ασκίαστ
ων
των
ασκίαστ
ων
αιτιατική
τους
ασκίαστ
ους
τις
ασκίαστ
ες
τα
ασκίαστ
α
κλητική
ασκίαστ
οι
ασκίαστ
ες
ασκίαστ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
ασκίαστος
<
α-
στερητικό +
σκιάζω
Επίθετο
επεξεργασία
ασκίαστος, -η, -ο
ο χωρίς
σκιά
Αντώνυμα
επεξεργασία
σκιασμένος
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ασκίαστος