ασβέστωμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ασβέστωμα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ασβέστωμα ουδέτερο
- η ενέργεια του ασβεστώνω, το βάψιμο μιας επιφάνειας (τοίχου κλπ) με διάλυμα από ασβέστη και νερό
Μεταφράσεις επεξεργασία
ασβέστωμα