Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

αποτρελάνουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος αποτρελαίνω
  2. θα αποτρελάνουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος αποτρελαίνω