Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
αποτρέλανε
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ρηματικός τύπος
επεξεργασία
αποτρέλανε
γ' ενικό
οριστικής
αορίστου του ρήματος
αποτρελαίνω
β' ενικό
προστακτικής
αορίστου του ρήματος
αποτρελαίνω