Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
απεριέργως
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
απεριέργως
< (
ελληνιστική κοινή
)
ἀπεριέργως
Επίρρημα
επεξεργασία
απεριέργως
(
λόγιο
)
χωρίς
περιέργεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
απεριέργως
αγγλικά
:
incuriously
(en)