αξιοσημείωτο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αξιοσημείωτο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου αξιοσημείωτος
Ουσιαστικό επεξεργασία
αξιοσημείωτο ουδέτερο
- κάτι που αξίζει να σημειωθεί, να υπογραμμιστεί
Μεταφράσεις επεξεργασία
αξιοσημείωτο