αντιγλυκαιμικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- αντιγλυκαιμικός < αντι- + γλυκαιμικός < γλυκαιμία < γαλλική glycémie < αρχαία ελληνική γλυκύς + αἷμα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /an.di.ɣli.ce.miˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐ντι‐γλυ‐και‐μι‐κός
Επίθετο επεξεργασία
αντιγλυκαιμικός
- που συμβάλλει στη μείωση της περιεκτικότητας γλυκόζης στο αίμα, στην επιστροφή της σε φυσιολογικά επίπεδα
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
αντιγλυκαιμικός
|